Ένας μοναδικός θησαυρός! Από τα πολύτιμα της βιβλιοθήκης της Ελληνικής Φιλοτελικής Εταιρείας. Το ένα από τα μόλις 475 λευκώματα που εκδόθηκαν από την Union Philatélique de Genève το 1929 και ένα από τα λίγα που έχουν διασωθεί πλήρη έως τις μέρες μας. Tο αντίτυπο υπ’αριθμόν “404” της συλλογής των πλαστών του François Fournier, γνωστά και ως “πλαστά της Γενεύης”, τώρα ψηφιοποιημένο, για πρώτη φορά στη διάθεση του κοινού σε 5 μέρη:

Fournier Μέρος Α᾽

Fournier Μέρος Β᾽

Fournier Μέρος Γ᾽

Fournier Μέρος Δ᾽

Fournier Μέρος Ε᾽

Ιστορικό:

François Fournier (24 April 1846 – 12 July 1917). Πλαστογράφος γραμματοσήμων.

Σε σχετικά μεγάλη ηλικία αποφασίζει να ασχοληθεί με τον φιλοτελισμό. Τον Μάιο του 1904 αγοράζει το απόθεμα του Louis-Henri Mercier, (πραγματικό όνομα Henri Goegg), ο οποίος στο μεταξύ είχε χρεοκοπήσει. Κάπου εκείνη την εποχή ο Fournier ξεκινάει την επιχείρηση του με την παραγωγή πλαστών γραμματοσήμων. Αφορούσε την παραγωγή κυρίως σπανίων γραμματοσήμων που είχαν αποσυρθεί από την κυκλοφορία ή προέρχονταν από χώρες οι οποίες δεν υπήρχαν πλέον. Σκοπός του να τα διαθέσει ως αντίγραφα, σε χαμηλές τιμές, στους φιλοτελιστές της εποχής που αδυνατούσαν να τα αποκτήσουν, άσχετα αν οι τελευταίοι τα αντάλλασαν ή τα πουλούσαν στη συνέχεια ως γνήσια. Θεωρούσε τον εαυτό του ως δημιουργό “έργων τέχνης” και εμφανίζεται να είναι ιδιαίτερα χαρούμενος όταν βοηθούσε τους φιλοτελιστές να καλύψουν τις ελλείψεις τους.

Παράλληλα λειτούργησε μια επιτυχημένη “φιλοτελική κλινική” η οποία απασχολούσε πέντε “επιδιορθωτές” για την επισκευή κατεστραμμένων γραμματοσήμων. Οι εργασίες αφορούσαν κυρίως την αφαίρεση της σφραγίδας δειγμάτων “SPECIMEN” από μεγάλης αξίας γραμματόσημα της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, την επαναγόμωση γραμματοσήμων, καθώς επίσης την αφαίρεση του μελανιού από ακυρωμένα γραμματόσημα με πένα ή κραγιόν, όπου και θεωρείτο ότι ήταν η ειδικότητα του Fournier. Η δραστηριότητα αυτή γνώρισε σύντομα μεγάλη ανάπτυξη. Από το 1910 έως το 1913 ο Fournier εκδίδει το δικό του περιοδικό και τιμοκατάλογο, το “ Le Fac-Simile”. Είχε αντιπροσώπους σε 23 χώρες και το 1913 δήλωσε ότι είχε πάνω από 10.000 πελάτες και άλλους τόσους συνδρομητές. Ο τελευταίος του τιμοκατάλογος, το 1914, περιλαμβάνει 3.671 διαφορετικά γραμματόσημα προς πώληση, αν και δεν ήταν όλα δικές του δημιουργίες. Δεν καταδικάστηκε ποτέ για κανένα ποινικό αδίκημα.

Μετά τον θάνατο του Fournier, τον διαδέχθηκε ο C. Hirschburger, ο οποίος και συνέχισε το έργο του, επίσης έως το θάνατο του. Μη γνωρίζοντας κανείς την τύχη όλου αυτού του υλικού και ενώ πολλοί έμποροι της εποχής ήδη είχαν αρχίσει να διαπραγματεύονται την αγορά του, εμφανίζεται ο γνωστός έμπορος γραμματοσήμων της Γενεύης, E. Babaeff, ο οποίος και προτείνει στη Union Philatélique de Genève, (έτος ιδρύσεως 1892), να προχωρήσει εκείνη στην αγορά όλου του υλικού με σκοπό την καταστροφή του.

Στη Γεν. Συνέλευση που συγκάλεσε ο Πρόεδρος της Φιλοτελικής Ένωσης Γενεύης, E. Friederich, στις 9 Δεκεμβρίου 1927, παρουσία 68 μελών, αποφασίστηκε η αγορά όλου του υλικού από τους κληρονόμους του C. Hirschburger. Τα ανευρεθέντα γραμματόσημα ανέρχονταν σε 800 κιλά, συνολικής αξία, με βάση τον κατάλογο γραμματοσήμων Yvert του 1928, τα 2.846.796.500 γαλλικά φράγκα, στην περίπτωση που αυτά θα ήταν γνήσια.

Πριν την καταστροφή του υλικού η Γεν. Συνέλευση αποφάσισε να εκδώσει σε ορισμένο αριθμό αυτοτελείς συλλογές, σε πολυτελή λευκώματα με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ως υλικό αναφοράς μεταξύ των φιλοτελιστών. Η Γεν. Συνέλευση επίσης όρισε τον αριθμό των λευκωμάτων αυτών σε 475 αντίτυπα, με σκοπό να διατεθούν έως δύο αντίτυπα και μόνο στις φιλοτελικές εταιρείες. Το λεύκωμα περιλαμβάνει γραμματόσημα, αποτυπώματα ταχυδρομικών σφραγίδων καθώς επίσης και επισημάνσεις γραμματοσήμων που ο Fournier φρόντισε να παραποιήσει. Για τη δημιουργία του απαιτήθηκαν να κοπούν και να βρουν τη θέση τους ανάμεσα στις σελίδες του λευκώματος συνολικά 1.200.000 γραμματόσημα. Για ευνόητους λόγους σε όλα τα γραμματόσημα τέθηκε το αποτύπωμα της σφραγίδας “FAUX”(στην μπροστινή πλευρά του γραμματοσήμου) ή “Facsimile” (στην πίσω πλευρά του γραμματοσήμου). Επίσης απαιτήθηκαν συνολικά 270.000 αποτυπώματα σφραγίδων και άλλα 248.000 αποτυπώματα επισημάνσεων τα οποία εκτυπώθηκαν από τις τυπογραφικά πιεστήρια του Fournier ειδικά για αυτό τον σκοπό. Η εργασία που απαιτήθηκε για την τοποθέτηση του υλικού στα λευκώματα πραγματοποιήθηκε από μαθητές από την Geneva School of Arts and Crafts. Τα γραμματόσημα που τελικά δεν χρησιμοποιήθηκαν παραδόθηκαν στις φλόγες.

Από την πώληση των λευκωμάτων αυτών η Φιλοτελική Ένωση Γενεύης μπόρεσε και κάλυψε το ποσό που διέθεσε για την αγορά όλου του υλικού του Fournier. Τα τυπογραφικά πιεστήρια καθώς και το υπόλοιπο τυπογραφικό υλικό παραδόθηκαν αργότερα (1958), στο Μουσείο PTT της Βέρνης. Η Φιλοτελική Ένωση Γενεύης έχει κρατήσει έξι από αυτά τα λευκώματα, τα οποία έχουν εκτεθεί πολλές φορές. Αυτή η δράση, μοναδική στα φιλοτελικά χρονικά, θεωρείται η κορυφαία στιγμή της Φιλοτελικής Ένωσης Γενεύης έως σήμερα.

Στο πέρασμα του χρόνου πολλά γραμματόσημα ή ακόμα και ολόκληρες σελίδες αφαιρέθηκαν με αποτέλεσμα ελάχιστα από τα αρχικά 475 λευκώματα να έχουν διασωθεί άθικτα έως τις μέρες μας. Το υπ’ αριθμόν “404” λεύκωμα είναι ένα σπάνιο δείγμα αυτής της πληρότητας το οποίο φυλάσσεται στο τμήμα πολυτίμων της βιβλιοθήκης της Ελληνικής Φιλοτελικής Εταιρείας.

*****

Το 1929 το μέλος μας, Α. Ασημακόπουλος (Α.Μ. ΕΦΕ 118), δώρισε το υπ’αριθμόν “404” λεύκωμα με τη συλλογή των πλαστών του Fournier στη βιβλιοθήκη της Ελληνικής Φιλοτελικής Εταιρείας όπου και φυλάσσεται έως σήμερα. Το δεύτερο αντίτυπο που είχε το δικαίωμα να αγοράσει η Ελληνική Φιλοτελική Εταιρεία το αγόρασε και στη συνέχεια δώρισε στο Σύλλογο Εμπόρων γραμματοσήμων ο “Ερμής”, επίσης το 1929.